e-odysseas.gr

Το παράθυρο που έβλεπε σε ένα πάρκο

Δύο άνδρες και οι δύο σοβαρά άρρωστοι έμεναν στο ίδιο δωμάτιο ενός νοσοκομείου. Ο ένας άνδρας μπορούσε να σηκωθεί όρθιος στο κρεβάτι του για μία ώρα κάθε απόγευμα για να βοηθήσει την αποστράγγιση του υγρού από τους πνεύμονες του. Το κρεβάτι του βρισκόταν δίπλα στο μοναδικό παράθυρο του δωματίου. Ο άλλος άνδρας έπρεπε να περνάει όλη την ώρα του ξαπλωμένος με την πλάτη του. Οι άνδρες μιλούσαν για ώρες ατελείωτες.

Οι τρεις γυναίκες και η Ευτυχία.

Το παλιό καιρό, ταξίδευαν τρεις γυναίκες και, ξαφνικά, βλέπουν μπροστά τους, μέσα σε έναν μεγάλο λάκκο, μια τέταρτη γυναίκα, παγιδευμένη. Με έκπληξη καταλαβαίνουν πως είναι η Ευτυχία. Τότε η πρώτη γυναίκα λέει:  ‘Ευτυχία, θέλω να με κάνεις όμορφη.’ Αμέσως, μεταμορφώθηκε σε μια καλλονή κι ευτυχισμένη έφυγε. Η δεύτερη γυναίκα απευθύνθηκε στην Ευτυχία και της είπε: ΄Θέλω να με κάνεις πλούσια.’ Αμέσως, εμφανίσθηκε μπροστά της ένα σακούλι γεμάτο χρυσαφικά και διαμάντια,

Ανοικτή Βιβλιοθήκη

Η Ανοικτή Βιβλιοθήκη  δημιουργήθηκε το 2010 και αποτελεί ένα αποθετήριο με χιλιάδες ελληνικά ψηφιακά και ηχητικά βιβλία που διανέμονται ελεύθερα και νόμιμα στο διαδίκτυο. Περιλαμβάνει έργα Κλασικής Λογοτεχνίας και Αρχαίας Γραμματείας που είναι ελεύθερα πνευματικών δικαιωμάτων (Public domain), αλλά και σύγχρονα έργα που επέλεξαν να τα διαθέσουν ελεύθερα οι συγγραφείς τους ή οι εκδοτικοί οίκοι. Παράλληλα προωθεί την ψηφιακή λογοτεχνία εκδίδοντας καινοτόμα e-books με ελεύθερη διανομή. Τα ψηφιακά βιβλία ταξινομούνται

Ένα Παραμύθι με Νουμά

Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα απόμακρο χωριό, ζούσαν δέκα ψαράδες. Την εποχή εκείνη, κανείς άλλος δεν ήξερε να ψαρεύει και ούτε ενδιαφερόταν για το ψάρεμα. Αν μάλιστα οι ψαράδες έκαναν το αστείο να διδάξουν ψάρεμα στους ανθρώπους της πόλης, ή να τους δώσουν δωρεάν ψάρια εκείνοι τους κορόιδευαν και τους χλεύαζαν.Οι κάτοικοι της πόλης, βλέπετε, τρώγανε μόνο έτοιμες προτηγανισμένες τηγανητές πατάτες που τους προμήθευε ο αφέντης μεγαλέμπορας.Οι ψαράδες

Η ξιπασμένη νυχτερίδα

Πριν πολλά χρόνια, κάποιο φθινόπωρο, μια νυχτερίδα πετούσε από εδώ κι από εκεί, από κλαδί σε κλαδί, κάνοντας μεγάλη φασαρία γιατί κρύωνε. Ο βασιλιάς των πουλιών, ο αετός, την άκουσε και της φώναξε: ‘Γιατί κάνεις τόση φασαρία νυχτερίδα μου;‘ ‘Γιατί κρυώνω!‘ ‘Γιατί τα υπόλοιπα πουλιά δεν κάνουν τόση φασαρία;‘ ‘Γιατί αυτά δεν κρυώνουν τόσο πολύ επειδή έχουν πούπουλα. Εγώ δεν έχω ούτε ένα.‘ Ο αετός αφού σκέφτηκε για λίγο, στην